Ιδρυτική διακήρυξη Κομμουνιστικής Συμπόρευσης

 

Αναδημοσιεύουμε την ιδρυτική διακήρυξη της Κομμουνιστικής Συμπόρευσης μετά από αίτημα των συντρόφων/ισσών που την απαρτίζουν ως συμβολή στον διάλογο για την ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος στη χώρα μας.

 

1.Η Κομμουνιστική Συμπόρευση συγκροτείται από κομμουνιστές και κομμουνίστριες που θέλουμε να συμβάλουμε στην ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος. Για τον σκοπό αυτό παρακολουθούμε, παρεμβαίνουμε και συμμετέχουμε ενεργά στον διάλογο και στην δράση που αναπτύσσεται προς αυτή την κατεύθυνση από δυνάμεις του κινήματος, πολιτικές οργανώσεις και συσπειρώσεις.

Πρωταρχικός λόγος της συγκρότησης μας και βασικός άξονας της παρέμβασης και της δράσης μας αποτελεί η διαπίστωση του κενού ύπαρξης πολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης με μαρξιστικά- λενινιστικά χαρακτηριστικά, δηλαδή ενός σύγχρονου Κομμουνιστικού Κόμματος στην χώρα μας. Χωρίς την ύπαρξη Κομμουνιστικού Κόμματος δεν μπορούν να υπάρξουν μεγάλες νίκες και ανατροπές προς όφελος της εργατικής τάξης και του λαού, δεν μπορεί να χαραχτεί και να ανοίξει ο δρόμος για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη, του σοσιαλισμού/κομμουνισμού.

Είναι θετικό ότι διάφορες κομμουνιστικές οργανώσεις λαμβάνουν πρωτοβουλίες και συμμετέχουν στον σχετικό διάλογο. Ο διάλογος και η κοινή δράση μαζί τους είναι ειλικρινής και συντροφική, παρά τις διαφορετικές αντιλήψεις που υπάρχουν σε μια σειρά ζητημάτων, καθώς έχουμε πάντα κατά νου ότι πρόκειται για αγωνιστές του κομμουνιστικού κινήματος που αγωνιούν για το πολιτικό μέλλον της υπόθεσής μας, κινούνται για την κάλυψη του κενού εκπροσώπησης. Άλλωστε τα Κομμουνιστικά Κόμματα τα δημιουργούν οι κομμουνιστές και όχι δυνάμεις και πρόσωπα έξω απ’ το κομμουνιστικό κίνημα.

 

2.Στο εργατικό κίνημα αναπαράγονται ακόμα και σήμερα ξεπερασμένες ιδέες προηγούμενων αιώνων, επικαιροποιημένες ίσως αλλά όμοιες στην ουσία τους, και αυτό είναι φαινόμενο της κρίσης σε ιδεολογικό- πολιτικό και συνδικαλιστικό επίπεδο που διέρχεται το κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα. Δεν είναι καινούρια λοιπόν η άρνηση της αναγκαιότητας ύπαρξης μαζικού κομμουνιστικού κόμματος προκειμένου να οδηγηθούμε στην σοσιαλιστική επανάσταση, ούτε μας δημιουργούν έκπληξη οι λανθασμένες απόψεις που θεωρούν ότι ένα Μέτωπο μικρών κομμουνιστικών οργανώσεων μπορεί να αντικαταστήσει τον ρόλο του κόμματος ή ακόμα και ότι ένα αντιϊμπεριαλιστικό κοινωνικοπολιτικό Μέτωπο μπορεί να οδηγήσει στην σοσιαλιστική επανάσταση χωρίς την ύπαρξη πρωτοπόρου και μαζικού κομμουνιστικού κόμματος.

Οι Μαρξ και Ένγκελς και αργότερα ο Λένιν ξεκαθάρισαν με τον πλέον επιστημονικό τρόπο ότι η εργατική τάξη προκειμένου να πραγματοποιήσει την αποστολή της, τον ιστορικό της ρόλο που είναι το πέρασμα στον σοσιαλισμό/κομμουνισμό θα πρέπει να συγκροτηθεί οργανωτικά και πολιτικά, να έχει το δικό της πρωτοπόρο πολιτικό κόμμα, ένα επαναστατικό προλεταριακό κόμμα.

Με τον τρόπο αυτό απάντησαν στα διάφορα ρεύματα του ουτοπικού σοσιαλισμού και θεμελίωσαν τον επιστημονικό σοσιαλισμό. Αντιπαρατέθηκαν με τους αναρχικούς που αρνούνταν την ανάγκη της πολιτικής οργάνωσης της εργατικής τάξης σε κόμμα και τους αναρχοσυνδικαλιστές που ισχυρίζονταν πως με την συνδικαλιστική δράση και μέσα από τα συνδικάτα, χωρίς την ύπαρξη κόμματος μπορεί η εργατική τάξη να παίξει το ρόλο της. Επίσης αντέκρουσαν τις απόψεις των οικονομιστών και των ρεφορμιστών που μιλούσαν για ένα κόμμα που θα ασχολείται αποκλειστικά σχεδόν με τον οικονομικό αγώνα και αρνούνταν την αναγκαιότητα του πολιτικού και ιδεολογικού αγώνα.

Χωρίς τον ολοκληρωμένο οικονομικό, πολιτικό και ιδεολογικό αγώνα η εργατική τάξη παραμένει δέσμια της αστικής πολιτικής και ιδεολογίας και επί της ουσίας παραιτείται από τον ιστορικό της ρόλο- ακόμα και αν διεξάγει νικηφόρους οικονομικούς αγώνες και βελτιώνει τους όρους πώλησης της εργατικής της δύναμης στους κεφαλαιοκράτες ανεβάζοντας το βιοτικό της επίπεδο- ο αγώνας της ανατροπής του καπιταλισμού και του επαναστατικού περάσματος στον σοσιαλισμό αναβάλλεται ή και εγκαταλείπεται.

Ο Λένιν λαμβάνοντας υπόψιν την πείρα του ρωσικού και διεθνούς επαναστατικού κινήματος, καθώς και τις νέες εξελίξεις στο καπιταλιστικό σύστημα (το πέρασμα στο ιμπεριαλιστικό στάδιο) θεμελίωσε θεωρητικά και έθεσε τις αρχές δημιουργίας και λειτουργίας ενός επαναστατικού κόμματος «νέου τύπου», το οποίο κατάφερε να φέρει εις πέρας την επανάσταση στην Ρωσία. Κόμματα «νέου τύπου» δημιουργήθηκαν σε μια σειρά χώρες, και στην Ελλάδα το ΚΚΕ. Αυτά τα κόμματα «νέου τύπου» ήταν επαναστατικά κόμματα και διέφεραν ακριβώς σ’ αυτό από τα σοσιαλδημοκρατικά και εργατικά κόμματα της 2ης Διεθνούς που είχαν υποταχτεί στην επιρροή της αστικής τάξης. Τα κόμματα «νέου τύπου» οργανώθηκαν στο πλαίσιο της 3ης Διεθνούς και καθοδήγησαν την επαναστατική πάλη της εργατικής τάξης για το σοσιαλισμό τον 20ο αιώνα.

Σήμερα μελετάμε την εμπειρία των τριτοδιεθνιστικών κομμάτων, τις νίκες της επανάστασης της εργατικής τάξης που καθοδηγήθηκε απ’ αυτά, τις επιτυχίες του εργατικού και εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος και την σοσιαλιστική οικοδόμηση σε μια σειρά από χώρες. Ταυτόχρονα, όμως, μελετάμε και τις αδυναμίες, τις στρεβλώσεις και τα λάθη που έγιναν, τις ήττες και τα πισωγυρίσματα, διδασκόμαστε από την ιστορία του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, του κομμουνιστικού κινήματος στην χώρα μας, του ΚΚΕ.

Οι παραδόσεις, η εμπειρία και τα πολιτικά κι οργανωτικά επιτεύγματα των κομμάτων «νέου τύπου» αποτελούν πυξίδα για την οργανωτική και πολιτική συγκρότηση του σύγχρονου Κομμουνιστικού Κόμματος. Αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να προκριθεί μια μηχανιστική μεταφορά του συνόλου των οργανωτικών και πολιτικών αρχών με τις οποίες πορεύτηκαν τα Κ.Κ κατά τον 20ο αιώνα, ούτε η αναζήτηση μιας ντε φάκτο χρυσής εποχής όπου όλα ήταν τέλεια και από ένα σημείο και μετά τα πράγματα στράβωσαν. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως απορρίπτουμε βασικές αρχές του κόμματος «νέου- τύπου», όπως είναι όχι μόνον ο ταξικός, αλλά και ο επαναστατικός του χαρακτήρας, ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός, η κάθετη ιεραρχική οργάνωση σε συνδυασμό με την πλατιά και ουσιαστική δημοκρατική λειτουργία με αιρετότητα/ ανακλητότητα και δυνατότητα άσκησης κριτικής κι αυτοκριτικής, καθώς και μια σειρά άλλες λενινιστικές οργανωτικές βάσεις του κόμματος.

 

3.Έχουμε πειστεί πως το ΚΚΕ δεν μπορεί να παίξει τον ρόλο του ως καθοδηγητικό και πρωτοπόρο κομμάτι της εργατικής τάξης, καθώς έχει χάσει τον επαναστατικό του χαρακτήρα, έχει αναπτύξει θέσεις ξένες προς τον μαρξισμό- λενινισμό (ομνύοντας στο όνομα του μαρξισμού- λενινισμού και της επανάστασης) και στις παραδόσεις των κομμάτων της 3ης Διεθνούς. Εμφανίζεται ως συνέχεια του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος κρατώντας το όνομα, τα σύμβολα και τον ηρωισμό παρά το γεγονός ότι έχει πάρει αποστάσεις από την ίδια την ιστορία του, που τις βαπτίζει αυτοκριτική, και αναθεωρεί τον μαρξισμό- λενινισμό (βλ. π.χ. την νεοπαγή θεωρία της «ιμπεριαλιστικής πυραμίδας»). Συσπειρώνει όμως στις τάξεις του κομμάτι της εργατικής τάξης της χώρας μας και τίμιους αγωνιστές που έχουν συνδέσει την ζωή τους με την υπόθεση της εργατικής τάξης, είναι το πιο πολυπληθές, οργανωμένο και ριζωμένο στη συνείδηση του λαού μας κόμμα κομμουνιστικής αναφοράς.

Η πεποίθησή μας ότι το ΚΚΕ δεν αποτελεί την πρωτοπορία της εργατικής τάξης και δεν μπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο στην αναβάθμιση των μορφών και του περιεχομένου της ταξικής πάλης, ούτε καν για να μετρήσει αποτελέσματα στην αναχαίτιση της τεράστιας επίθεσης του μεγάλου κεφαλαίου απέναντι στον λαό, ενισχύεται από την εμπειρία της τελευταίας 15ετιας.

Το ξέσπασμα της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης εκδηλώθηκε στην Ελλάδα σε πολύ οξυμένη μορφή εξαιτίας της εξαρτημένης θέσης της Ελλάδας στο διεθνές καπιταλιστικό – ιμπεριαλιστικό σύστημα και της επιλογής της χώρας μας στον ρόλο του «πειραματόζωου» για την εφαρμογή σκληρών καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων με την μορφή των μνημονίων. Ως αντίδραση, κατά τα πρώτα χρόνια εφαρμογής των μνημονίων εργατικές-λαϊκές μάζες έδειξαν αγωνιστική διάθεση, οργανώθηκαν σημαντικές απεργιακές κινητοποιήσεις, τεράστιες σε όγκο και παλμό λαϊκές εκδηλώσεις (2010-2015). Τον Μάιο του 2012 αποτυπώθηκε εκλογικά μια πρωτοφανής φθορά των παραδοσιακών αστικών πολιτικών κομμάτων, το γκρέμισμα του δικομματισμού, ενώ το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 2015 αποτέλεσε κορυφαια στιγμή των λαϊκών αγωνιστικών διαθέσεων που προδόθηκε και ακολουθήθηκε από απογοήτευση και συμβιβασμό.

Το ΚΚΕ σε κόντρα με τις λαϊκές διαθέσεις και με αποστροφή για τις αυθόρμητες λαϊκές εκδηλώσεις ακολούθησε μια σεχταριστική πολιτική, γυρίζοντας την πλάτη στην προοπτική ανάπτυξης μαζικών και νικηφόρων αγώνων για την εργατική τάξη και τον λαό. Εγκατελειψε πλήρως την μετωπική πολιτική, επιδεικνύοντας θεωρητική- ιδεολογική, πολιτική και κινηματική- συνδικαλιστική ανεπάρκεια, λόγω της συγκεκριμένης κατεύθυνσης και προσανατολισμού, στην καθοδήγηση των αγώνων.

Ελλείψει επαναστατικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, χωρίς την ύπαρξη Κομμουνιστικού Κόμματος με επαναστατικά χαρακτηριστικά έφτασε σήμερα ο ελληνικός λαός να είναι ο φτωχότερος στην Ε.Ε, η ελληνική κοινωνία ολοένα να συντηρητικοποιείται και ο δρόμος για τον σοσιαλισμό να φαντάζει όνειρο απατηλό.

 

4. Το ζήτημα της στρατηγικής και της τακτικής του κομμουνιστικού κινήματος είναι υπόθεση της πολιτικής πρωτοπορίας, του Κομμουνιστικού Κόμματος, του οποίου η ύπαρξη, λειτουργία και δράση αποτελεί ζητούμενο. Παρά το γεγονός ότι δεν μπορεί να υπάρξει ολοκληρωμένη και λεπτομερής επεξεργασία στρατηγικής και τακτικής από πολιτικές ομάδες και οργανώσεις που δεν πληρούν οργανωτικά, αριθμητικά και πολιτικά τους όρους συγκρότησης και λειτουργίας Κ.Κ, πρέπει να υπάρχει μια σαφής τοποθέτηση ως προς τους άξονες, τον δρόμο και τα κομβικά ζητήματα συσπείρωσης αγωνιστών/στριων και οργανωμένων δυνάμεων για την επίτευξη του μεγάλου οργανωτικού, πολιτικού και ιδεολογικού στόχου της ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού κινήματος και του Κόμματος.

Στην κατεύθυνση αυτή θεωρούμε κομβικής σημασίας τα ζητήματα της αντιιμπεριαλιστικής, αντιμονοπωλιακής πάλης, της πάλης για την έξοδο από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, για την υπεράσπιση και διεύρυνση των δημοκρατικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, το διαρκές μέτωπο απέναντι στον φασισμό και στις νέες μορφές με τις οποίες εμφανίζεται σήμερα. Η παραπάνω δράση οφείλει να συνδέεται με το διεθνιστικό καθήκον και το χτίσιμο συμμαχιών με τις δυνάμεις του αντιϊμπεριαλιστικού κινήματος ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και στην προοπτική ενός γενικευμένου Γ΄ Παγκόσμιου Πολέμου.

Το παραπάνω πλαίσιο τίθεται με βάση τις παρακάτω θέσεις αρχών:

Α) Η Ελλάδα είναι χώρα μέσου επιπέδου ανάπτυξης και εξαρτημένη από τον ιμπεριαλισμό, τις ΗΠΑ και τα κράτη που βρίσκονται στον πυρήνα της ΕΕ.

Β) Η παραγωγική βάση της χώρας (πρωτογενής και δευτερογενής τομέας) αποσαθρώνεται από την περίοδο ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ, διαδικασία που επιταχύνθηκε κατά τη μνημονιακή περίοδο, διογκώνεται ο τομέας των υπηρεσιών.

Γ) Η Ελλάδα έχει μεγάλο αριθμό μικρομεσαίων, μικροαστικών στρωμάτων. Σε αυτό το έδαφος είναι απαραίτητη η πολιτική προσέγγιση αυτών των στρωμάτων για την επίτευξη ενός κινήματος με προσανατολισμό την ανατροπή της ιμπεριαλιστικής, (φιλο)μονοπωλιακης εξουσίας με κατεύθυνση τον σοσιαλισμό. Αυτό δεν μπορεί να γίνει με τη στείρα ανάδειξη του στρατηγικού στόχου των κομμουνιστών, με συνθηματολογία και διαφώτιση για την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού. Ο δρόμος της προσέγγισης αυτών των στρωμάτων περνάει μέσα από την ανάδειξη του κοινού εχθρού με την εργατική τάξη: των μονοπωλίων που τους συνθλίβουν και του ιμπεριαλισμού.

Με βάση τα παραπάνω η κοινωνική και πολιτική συμμαχία εργατικής τάξης και μικροαστικών στρωμάτων σε αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή, δημοκρατική βάση για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας με κατεύθυνση τον σοσιαλισμό μπορεί να αποτελέσει το όχημα αναχαίτισης της αντιλαϊκής επίθεσης, αντεπίθεσης και νικηφόρας πορείας για την επίτευξη του στρατηγικού μας στόχου.

 

5. Δε θεωρούμε ότι κατέχουμε συνταγές νίκης, ούτε πως έχουμε απαντήσεις σε όλα τα ζητήματα και πολύ περισσότερο δεν συγκροτούμαστε για να αποτελέσουμε άλλη μια πολιτική ομάδα μέσα στη Βαβέλ της κομμουνιστικής αριστεράς. Αντίθετα, ακριβώς επειδή βλέπουμε τα αδιέξοδα στις τίμιες και σημαντικές προσπάθειες συντρόφων και οργανώσεων θέτουμε τα παραπάνω ζητήματα προβληματισμού, διαλόγου, δράσης και ενωτικής προσπάθειας. Θέλουμε να συμβάλουμε στην ενότητα των αγωνιστικών δυνάμεων με αναφορά στον μαρξισμό-λενινισμό. Στην κατεύθυνση αυτή θα παρεμβαίνουμε τόσο αυτοτελώς, όσο και μέσα από ευρύτερα σχήματα, πρωτοβουλίες και προσπάθειες ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού κινήματος. Με πυξίδα τον μαρξισμό-λενινισμό, τις αγωνιστικές παραδόσεις του εργατικού, λαϊκού, αντιϊμπεριαλιστικού και κομμουνιστικού κινήματος στη χώρα μας και διεθνώς.

 

Σεπτέμβριος 2024

Κομμουνιστική Συμπόρευση

 

Μοιραστείτε το άρθρο