Το Ισραήλ διεξάγει μια εγκληματική στρατιωτική επίθεση στη Λωρίδα της Γάζας εδώ και λίγους μήνες, ενώ ταυτόχρονα αυξάνονται οι κάθε είδους επιθέσεις εναντίον των Παλαιστινίων και στη Δυτική Όχθη. Ο πόλεμος επεκτείνεται και κλιμακώνεται με τους αμερικάνικους και βρετανικούς βομβαρδισμούς στην Υεμένη.

Ο αριθμός των νεκρών Παλαιστινίων (άνω των 27000, όταν γράφονται αυτές οι γραμμές) και τραυματιών, κυρίως αμάχων, παιδιών και γυναικών, η καταστροφή του μεγαλύτερου μέρους της πόλης της Γάζας, συμπεριλαμβανομένων νοσοκομείων, πανεπιστημίων, θρησκευτικών χώρων, και κάθε άλλου είδους απαραίτητων για τη διαβίωση υποδομών, αποδεικνύουν ότι ο πόλεμος αυτός δεν έχει να κάνει καθόλου με την επίσημη αιτιολόγησή του (την καταστροφή της Χαμάς και την απελευθέρωση ομήρων), αλλά, αντίθετα, υλοποιεί μια πολιτική εθνοκάθαρσης ή και γενοκτονίας του παλαιστινιακού λαού (π.χ. βλ. εδώ, εδώ, και εδώ).

Άλλωστε, πληθαίνουν οι δηλώσεις και έρχονται στη δημοσιότητα εκθέσεις κάθε είδους ισραηλινών πολιτικών και στρατιωτικών αξιωματούχων, και πολιτικών κομμάτων, ινστιτούτων κ.ο.κ., που συνηγορούν ότι οι εξελίξεις αυτές αποτελούν εφαρμογή σχεδίων «τελικής λύσης», δηλ. εκδίωξης των Παλαιστινίων από τη Λωρίδα της Γάζας ή/και επιβολής κάποιου είδους στρατιωτικής κατοχής στο έδαφός της, συνέχεια διαχρονικών στρατηγικών εθνοκάθαρσης, εκ μέρους του Ισραήλ, από τη «Νάκμπα» του 1948.

Την αφορμή για τις εξελίξεις αυτές έδωσε η αιφνιδιαστική συνδυασμένη στρατιωτική επιχείρηση της Χαμάς και άλλων ένοπλων παλαιστινιακών οργανώσεων (συμπεριλαμβανομένου του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης), στις 7 Οκτωβρίου του προηγούμενου χρόνου (2023). Η επιχείρηση αυτή γελοιοποίησε τον ισραηλινό στρατό, αμφισβήτησε το «δόγμα ασφαλείας» του ισραηλινού κράτους και έσπασε την απομόνωση της Γάζας. Ταυτόχρονα, ενταφίασε την επιδίωξη από πλευράς του Ισραήλ για μια σταδιακή υποβάθμιση του παλαιστινιακού ζητήματος, το οποίο όδευε προς μια σιωπηρή «λύση» του, ερήμην των ίδιων των Παλαιστινίων, με τις προωθούμενες από τις ΗΠΑ «συμφωνίες του Αβραάμ» με αραβικές χώρες.

Η παλαιστινιακή αντίσταση επέδειξε στρατιωτικές ικανότητες και δυνατότητες, τις οποίες πιθανόν διατηρεί ανέπαφες σε μεγάλο βαθμό ακόμη και σήμερα, οδηγώντας σε στρατιωτικό και πολιτικό αδιέξοδο την ισραηλινή εισβολή στη Γάζα, όπως έχει συμβεί άλλωστε και στο παρελθόν, αν και με δυσβάσταχτο κόστος για τον πολύπαθο και ηρωικό παλαιστινιακό λαό.

Στο πλευρό της στοιχίζονται όλες οι δυνάμεις του «Άξονα της Αντίστασης», από τη λιβανέζικη Χεζμπολάχ, η οποία συντηρεί μια χαμηλής έντασης μεν, κλιμακούμενη δε στρατιωτική αντιπαράθεση με το Ισραήλ στα σύνορα με το Λίβανο, μέχρι την – στην πράξη – κυβέρνηση της Υεμένης που επιδιώκει τον ναυτικό αποκλεισμό του Ισραήλ, ενώ την υποστήριξή του παρέχει και το Ιράν με διάφορους τρόπους.

Σε απάντηση της θαρραλέας πολιτικής της Υεμένης, ξεκίνησαν αμερικανοβρετανικοί βομβαρδισμοί εναντίον της, και ναυτική επιχείρηση με συμμετοχή της χώρας μας, σε μια ακόμη ιμπεριαλιστική επέμβαση που καταστρατηγεί κάθε έννοια διεθνούς δικαίου.

Ταυτόχρονα, «βράζει» συνολικά ο αραβικός και μουσουλμανικός κόσμος, πιέζοντας τις κυβερνήσεις που αρνούνται να τοποθετηθούν έμπρακτα υπέρ της Παλαιστίνης, και αυξάνοντας το μίσος για τον αμερικάνικο και ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό που υποστηρίζει το Ισραήλ.

Από την άλλη, και ως φυσικό επακόλουθο της εγκληματικής βαρβαρότητας που επιδεικνύει το Ισραήλ, σταδιακά μετακινείται η κοινή γνώμη και εντός των ιμπεριαλιστικών μητροπόλεων, συντονιζόμενη όλο και περισσότερο με αυτήν του υπόλοιπου κόσμου που εκφράζει την αλληλεγγύη του στην παλαιστινιακή αντίσταση (βλ. και την ιστορικής σημασίας καταγγελία της Ν. Αφρικής στο Διεθνές Δικαστήριο ενάντια στο Ισραήλ για γενοκτονία με τη σχετική προκαταρκτική απόφαση). Σε όλον τον κόσμο, ακόμη και εντός των ΗΠΑ, και ακόμη και από απανταχού προοδευτικούς και δημοκράτες Εβραίους (π.χ. βλ. εδώ και εδώ), πληθαίνουν και μαζικοποιούνται οι διαδηλώσεις και κινητοποιήσεις υπέρ της Παλαιστίνης, παρά τη μαζική προπαγάνδα των ΜΜΕ και των κυβερνήσεων, την επίσημη κρατική ή ανεπίσημη (π.χ. στα κοινωνικά δίκτυα) λογοκρισία και τις απαράδεκτες συκοφαντίες που ταυτίζουν τον αντισιωνισμό, δηλ. την εναντίωση στην χρόνια κρατική πολιτική του Ισραήλ, με τον αντισημιτισμό.

Συνολικά, το παλαιστινιακό, και ευρύτερα μεσανατολικό ζήτημα ξαναέρχεται στο προσκήνιο της ιστορίας, ανατρέποντας τη μέχρι τώρα πορεία των πραγμάτων που οδηγούσε την παλαιστινιακή πλευρά σε αδιέξοδο, με τους συνεχιζόμενους εποικισμούς, την απομόνωση της Λωρίδας της Γάζας κ.ο.κ.

Ταυτόχρονα, ελλοχεύει μια ευρύτερη κλιμάκωση, με (πιο άμεση) εμπλοκή από τη μια της Χεζμπολάχ και του Ιράν, και από την άλλη των ΗΠΑ και άλλων χωρών του ΝΑΤΟ, κλιμάκωση την οποία φαίνεται να επιδιώκει το Ισραήλ για να βγει από το στρατηγικό του αδιέξοδο.

Από την πλευρά μας, επισημαίνουμε τα εξής:

  1. Η βαθύτερη αιτία της σύγκρουσης δεν είναι άλλη από την ίδια την ύπαρξη του Ισραήλ ως σιωνιστικού κράτους, δηλ. ενός (νεο)αποικιοκρατικού, ρατσιστικού, νεοφασιστικού κράτους – απαρτχάιντ, εμπροσθοφυλακή του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού στη Δυτική Ασία. Το Ισραήλ συστηματικά καταστρατηγεί το διεθνές δίκαιο και κάθε σχετική απόφαση του ΟΗΕ, συμπεριφέρεται στους Άραβες πολίτες ως β’ κατηγορίας, εφαρμόζει στρατιωτική κατοχή στα εδάφη της Παλαιστίνης, επεκτείνει τους παράνομους εποικισμούς, προβαίνει σε κάθε είδους προβοκατόρικη πρόκληση ενάντια στον παλαιστινιακό λαό, και αναδεικνύει τη Λωρίδα της Γάζας σε μια απέραντη φυλακή ή στρατόπεδο συγκέντρωσης, πλήρως εξαρτημένη από το Ισραήλ, στην οποία η διαβίωση είχε γίνει αφόρητη εδώ και δεκαετίες, ενώ το Ισραήλ υπερεκμεταλλευόταν την πάμφθηνη εργασία των Παλαιστινίων. Επομένως, ο πόλεμος είναι συνολικά άδικος και ιμπεριαλιστικός από την πλευρά του Ισραήλ και των συμμάχων του.
  2. Αντίθετα, η παλαιστινιακή αντίσταση είναι δίκαιη, και έχει δημοκρατικό, εθνικοαπελευθερωτικό, και αντιιμπεριαλιστικό – αντιαποικιακό χαρακτήρα.
  3. Μάλιστα, η τροπή που πήραν τα πράγματα μετά την επιτυχημένη στρατιωτική επιχείρηση της παλαιστινιακής αντίστασης, η οποία έσπασε αυτή τη χρόνια απομόνωση της Γάζας, ενταφιάζοντας τη μέχρι τότε εφαρμοζόμενη πολιτική του Ισραήλ και του ιμπεριαλισμού, κατέστη δυνατή, ή διευκολύνθηκε, από ένα διεθνές περιβάλλον υποχώρησης της ισχύος του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού, ήττας του στην Ουκρανία, αλλά και νωρίτερα στο Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Συρία κ.ο.κ., εν μέσω χρονίζουσας καπιταλιστικής κρίσης στο εσωτερικό του, και γενικότερης αλλαγής των διεθνών συσχετισμών (βλ. π.χ. την προσέγγιση Ιράν και Σαουδικής Αραβίας με καταλύτη τη Λ.Δ. Κίνας). Αποδεικνύεται έμπρακτα η οργανική σύνδεση των αντιιμπεριαλιστικών αγώνων των λαών του κόσμου με την ήττα των ιμπεριαλιστικών κρατών και των υποταχτικών τους σε κάθε πόλεμο στον οποίο εμπλέκονται ή ιμπεριαλιστική επέμβαση που επιχειρούν.
  4. Είναι ντροπιαστική για τον ελληνικό λαό η στάση της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και του μεγαλύτερου μέρους της αντιπολίτευσης, ως υπερ-πρόθυμων να στοιχηθούν στο πλευρό του Ισραήλ και των ΗΠΑ, πλήρως ταυτιζόμενοι με την κρατική προπαγάνδα του Ισραήλ, και συμμετέχοντας στους ιμπεριαλιστικούς πολεμικούς σχεδιασμούς (π.χ. βλ. την ελληνική φρεγάτα που εστάλη στην Ερυθρά Θάλασσα και την «ηγεσία» της Ελλάδας στην όλη επιχείρηση). Η απόλυτη ενσωμάτωση της χώρας μας στην ιμπεριαλιστική στρατηγική, μια πολιτική που εντείνεται από κάθε νέα κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια, είτε (κεντρο)δεξιά, είτε «(κεντρο)αριστερή», είναι άκρως επικίνδυνη για τον ελληνικό λαό: μας αποξενώνει από τον αραβικό κόσμο με τον οποίο μας συνέδεαν από παλιά δεσμοί φιλίας και αλληλοκατανόησης (όπως και από τον ρωσικό στην περίπτωση της Ουκρανίας), αδυνατίζει τις επικλήσεις του διεθνούς δικαίου από την ελληνική πλευρά (π.χ. για την περίπτωση της στρατιωτικής κατοχής της βόρειας Κύπρου από τον τουρκικό Αττίλα), ενώ καθιστά τη χώρα μας δικαιολογημένο και νόμιμο στρατιωτικό στόχο.
  5. Οι επαναλαμβανόμενες κινητοποιήσεις εναντίωσης στην πολιτική αυτή, και αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη διασώζουν την τιμή του ελληνικού λαού, αλλά είναι αναντίστοιχες των εγκλημάτων που συντελούνται και της κρισιμότητας των στιγμών. Υπάρχουν χρόνιες ευθύνες στις μεγαλύτερες δυνάμεις της (κομμουνιστικής) Αριστεράς στη χώρα μας για την υποχώρηση του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος (βλ. και την πολιτική γραμμή του ΚΚΕ που παρουσιάζει και τον ισραηλινό λαό ως «θύμα» του σημερινού πολέμου θολώνοντας το πραγματικό περιεχόμενο της σύγκρουσης…).
  6. Η παλαιστινιακή αντίσταση εμφανίζεται ενωμένη τόσο στην επιχείρηση της 7ης Οκτωβρίου, όσο και στον πόλεμο που ακολούθησε, αν και υπό την ηγεμονία της Χαμάς και άλλων ισλαμικών οργανώσεων. Την υποστήριξή τους επιδεικνύουν έμπρακτα και όλες οι δυνάμεις του «Άξονα της Αντίστασης», διατηρώντας η κάθε μία τη δική της αυτόνομη στρατηγική. Συνολικά, ο παλαιστινιακός λαός είναι υπεύθυνος για την ανάδειξη της ηγεσίας και των μέσων με τα οποία δίνει αυτόν τον δίκαιο αγώνα. Από την πλευρά των λαϊκών κινημάτων ή των πολιτικών οργανώσεων άλλων χωρών, και μάλιστα μιας χώρας σαν τη δική μας με τις ευθύνες που φέρει (βλ. παραπάνω), μπορεί να γίνεται κριτική, π.χ. από τη σκοπιά μιας στρατηγικής που συνδέει τα κατά τόπους αντιιμπεριαλιστικά, αντιαποικιακά ή εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα με την προοπτική του σοσιαλισμού ή του κομμουνισμού, χωρίς, όμως, μια τέτοια κριτική να υπονομεύει την αλληλεγγύη μας στους λαϊκούς αυτούς αγώνες. Περισσότερο οφείλουμε να προβληματιστούμε γιατί έχουν αναδειχθεί στην ηγεσία των αγώνων αυτών πολιτικές οργανώσεις με εθνικιστικό ή θρησκευτικό χαρακτήρα, και για τον ρόλο που έχει παίξει σε αυτό η ιστορική στρατηγική κρίση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.
  7. Το διεθνές δίκαιο και οι σχετικές αποφάσεις του ΟΗΕ για την ίδρυση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους αποτελούν πολιτικό και διπλωματικό όπλο για την παλαιστινιακή αντίσταση. Διευκολύνουν τη διεθνή υποστήριξή της, και – αντίστοιχα- την πίεση εναντίον του Ισραήλ και των ιμπεριαλιστικών κρατών. Ωστόσο, και ειδικά εφόσον το Ισραήλ αδιαφορεί για το διεθνές δίκαιο, ενώ βρίσκεται και μια στρατιωτική σύγκρουση σε εξέλιξη, η όποια πολιτική λύση στο έδαφος της αρχής της εθνικής αυτοδιάθεσης (για δύο κράτη ή ένα ενιαίο, ή άλλες ενδιάμεσες λύσεις, για τα ακριβή σύνορα στην περίπτωση δύο κρατών κ.ο.κ.) δεν μπορεί να υπαγορευθεί από τη διεθνή κοινότητα, ούτε από τις κυβερνήσεις, ούτε από τα πολιτικά κινήματα άλλων χωρών, αλλά από τα πολιτικά κινήματα και οργανώσεις καταρχήν του καταπιεζόμενου παλαιστινιακού λαού, σε διάλογο και συνεννόηση με τα πολιτικά κινήματα του εβραϊκού πληθυσμού του Ισραήλ στον βαθμό που αυτά θα καταφέρουν να ανατρέψουν τη σημερινή, σιωνιστική, κρατική του υπόσταση. Η αλληλεγγύη μας στην παλαιστινιακή αντίσταση εκφράζεται σήμερα αδιαπραγμάτευτα στο έδαφος του δίκαιου χαρακτήρα της διεκδίκησης για εθνική αυτοδιάθεση του παλαιστινιακού λαού και της αντικειμενικής συμβολής των κινημάτων της παλαιστινιακής αντίστασης στον διεθνιστικό αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό.

Με βάση τα παραπάνω, συμμετέχουμε στις κινητοποιήσεις αλληλεγγύης και υποστήριξης στην παλαιστινιακή αντίσταση και στον ηρωικό λαό της Υεμένης. Αγωνιζόμαστε:

  • Ενάντια σε κάθε συνεργασία με το σιωνιστικό κράτος – -απαρτχάιντ του Ισραήλ!
  • Για την εθνική αυτοδιάθεση του λαού της Παλαιστίνης! Για ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος!
  • Ενάντια σε κάθε συμμετοχή στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ και των ΝΑΤΟ-ΕΕ!
  • Για την ήττα του ευρωνατοϊκού ιμπεριαλισμού! Για την έξοδο από ΕΕ-ΝΑΤΟ!

 

Συντονιστική Επιτροπή Πρωτοβουλίας για την Ανασυγκρότηση του Κομμουνιστικού Κινήματος

 

Μοιραστείτε το άρθρο